Μητροπολίτης Κερκύρας Αθηναγόρας

Πορτραίτο του Μητροπολίτη Κερκύρας Αθηναγόρα. Ιδιωτικό Αρχείο Σπύρου Γαούτση.

ο Μητροπολίτης Κερκύρας Αθηναγόρας, κατά κόσμον Αριστοκλής Σπύρου, γεννήθηκε στις 25 Μαρτίου / 6 Απριλίου 1886 στο Βασιλικό της Ηπείρου (πρώην Τσαραπλανά) και το 1903 εισήχθη στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Το 1910 έλαβε το πτυχίο του και εκάρη μοναχός και το 1919 προσελήφθη ως Αρχιδιάκονος και Γραμματέας της Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Το 1922 ανέλαβε Γραμματέας της «Παγκληρικής Ένωσης», μίας κίνησης αγάμων κληρικών που επρόσκειντο ευνοϊκά στη Βενιζελική παράταξη.

Το Δεκέμβριο του ιδίου έτους, και ενώ ήταν ακόμα Διάκονος, χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος και ακολούθως, εξελέγη πανηγυρικά, Μητροπολίτης Κερκύρας. Μετά την ανακοίνωση της εκλογής του, λέγεται, πως συνάντησε στο δρόμο του για τη Μονή Πετράκη, τον συνυποψήφιό του και ανακτορικό ιερέα Θεόκλητο Λεγάκη, ο οποίος αστειευόμενος του είπε: «Μου έκλεψες την αρραβωνιαστικιά μου», για να του απαντήσει χαριτολογώντας ο Αθηναγόρας: «Δεν την έκλεψα εγώ, την βρήκα μόνη και την παρέλαβα». Στις 22 του ιδίου μήνα χειροτονήθηκε Επίσκοπος στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών και τον Φεβρουάριο του 1923 ενθρονίστηκε στον Μητροπολιτικό Ναό της Κέρκυρας. Απαντώντας στις προσφωνήσεις των εκπροσώπων της κερκυραϊκής κοινωνίας, κατά την χειροτονία του, ο Αθηναγόρας ανέφερε χαρακτηριστικά: «Αξιωθείς να ανέλθω τον Μητροπολιτικόν θρόνον Κερκύρας, όν τόσοι προκάτοχοί μου ελάμπρυναν και εκλέισαν και να αναλάβω την ποιμαντορίαν του ευγενούς Κερκυραϊκού λαού, ούτινος η φιλοξενία, ο πολιτισμός και τόσα άλλα προτερήματα ανάγονται μέχρι της εποχής των Φαιάκων, αισθάνομαι εμαυτόν ευτυχή, αλλά και αποφασισμένον, όπως αφιερώσω τας δυνάμεις μου δια το καλόν του θεόθεν εμπιστευθέντος μοι ποιμνίου».

Κάρτα με χειρόγραφη σημείωση του Μητροπολίτη Αθηναγόρα. Αρχείο Φιλαρμονικής Εταιρίας «Μάντζαρος».

Στη νέα του αποστολή επέδειξε ένα πολύπλευρο ιεραποστολικό, φιλανθρωπικό, οργανωτικό και εκδοτικό έργο. Ηγετική φυσιογνωμία και ιδιαίτερα εργατικός επεδίωξε αγαθές σχέσεις με την Καθολική Εκκλησία και είναι γνωστές οι συναντήσεις που είχε με τον Καθολικό Αρχιεπίσκοπο Λεονάρδο Πρίντεζη (1919-1940). Σχέσεις καλλιέργησε και με τις κοινότητες των Εβραίων, των Αρμενίων και των Αγγλικανών του νησιού, ενώ καθοριστική ήταν η φροντίδα και η περίθαλψή που προσέφερε στους Μικρασιάτες, Αρμενίους και Πόντιους πρόσφυγες που είχαν καταλύσει στην Κέρκυρα. Ο «ακούραστος σωματικώς αλλά και πνευματικός γίγας», όπως είχε αποκληθεί λόγω του επιβλητικού του αναστήματος, μερίμνησε για τη μόρφωση του κλήρου του, ιδρύοντας Ιερατική Σχολή και Ιεροδιδασκαλείο, αλλά και Οικοτροφείο με την επωνυμία «Κερκυραϊκή Σχολή», όπου δόθηκε η δυνατότητα σε πολλά παιδιά από τη Βόρειο Ήπειρο να φιλοξενηθούν στην Κέρκυρα και να σπουδάσουν. 

Σε αυτόν πιστώνεται και η εισαγωγή του αρμονίου στο προσκύνημα του Αγίου Σπυρίδωνα, (είχε προηγηθεί ακόμα μία προσπάθεια) αλλά και σε άλλους ναούς της εκκλησιαστικής του περιφέρειας. Σημαντική υπήρξε  η πρωτοβουλία του για την έκδοση Εκκλησιαστικού Περιοδικού, με τίτλο: «Άγιος Σπυρίδων», με περιεχόμενο τόσο θεολογικό όσο και επιστημονικό, το οποίο ανέστειλε την κυκλοφορία του μετά την αναχώρηση του Αθηναγόρα από την Κέρκυρα. Σημαντική υπήρξε και η πρωτοβουλία του για την ανασύσταση της «Φιλελεήμονος Εταιρείας Άγιος Σπυρίδων», στην οποία προήδρευε ο εκάστοτε Μητροπολίτης. Ανάμεσα στα άλλα, συνέβαλε σημαντικά και στην ανάπτυξη του Κερκυραϊκού Προσκοπισμού.

Κείμενο του Μητροπολίτη Αθηναγόρα στο 2ο τεύχος(01/05/1926) του μηνιαίου περιοδικού Προσκοπική Ζωή που εξέδιδε η Β΄ ομάδα Προσκόπων Κέρκυρας, Αρχείο Περιφερειακής Εφορείας Προσκόπων Κέρκυρας.

Ο Αθηναγόρας στάθηκε στο πλευρό των προσφύγων που κατέφθασαν στην Κέρκυρα μετά την κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου και υπήρξε σημαντική η στάση του τον την τελευταία μέρα του Αυγούστου και το Σεπτέμβριο του 1923, κατά τη διάρκεια του ναυτικού βομβαρδισμού και της βραχύβιας κατάληψης του νησιού από τον Ιταλικό στόλο. 

Για το επεισόδιο Τελλίνι και τον βομβαρδισμό της Κέρκυρας τον Αύγουστο του 1923 από τους Ιταλούς δείτε το ειδικό αφιέρωμα εδώ.

Ο τότε Πρωτοσύγκελος της Μητροπόλεως Αρχιμανδρίτης Χρύσανθος Πολίτης κατέγραψε σχετικά: «Έδειξε τότε ο Μητροπολίτης Αθηναγόρας ανδρείαν και αυταπάρνησιν απαράμιλλον. Την ημέρα της αφίξεως, κατελθών εις την αποβάθραν του Αγίου Νικολάου των Λουτρών, κάτωθεν της Ιεράς Μητροπόλεως, ενώ οι οβίδες των πυροβόλων ερίπτοντο βροχηδόν εις τας επάλξεις του Παλαιού Φρουρίου, ο Γίγας όχι μόνον σωματικώς αλλά και πνευματικώς, ο επιβλητικός, ο ακούραστος και πεπληρωμένος Αγάπης και Φιλανθρωπίας Μητροπολίτης Κερκύρας και Παξών Αθηναγόρας, επεβιβάσθη λέμβου, ανήλθεν επί του πολεμικού πλοίου του Ναυάρχου και διεμαρτυρήθη εντόνως δια την άδικον επίθεσιν αυτήν κατά αόπλων οικογενειών και δη προσφύγων, διαμενουσών εν τω Παλαιώ Φρουρίω. Μεθ’ ό κατελθών επεμελήθη της περιθάλψεως των ορφανών και λοιπών συγγενών των κατά τον βομβαρδισμόν εκείνων φονευθέντων». 

εφ.Ελεύθερος Λόγος (8 Σεπτεμβρίου 1923). Ιδιωτικό Αρχείο Σπύρου Γαούτση.

Περιγραφές της εποχής αναφέρουν πως, κρατώντας λευκή σημαία, ζήτησε να ανέβει στη ναυαρχίδα του ιταλικού στόλου, και στα γαλλικά, απευθύνθηκε στον Σολάρι: «Κύριε ναύαρχε, όλοι, Σας θεωρούσαμε φιλέλληνα και φίλο της Κέρκυρας, γιατί Σας γνωρίζουμε προσωπικά, αλλά  τα κανόνια Σας τώρα εξόντωσαν αμάχους πρόσφυγες γυναίκες και παιδιά. Διαπράξατε ένα πρωτοφανές έγκλημα κύριε ναύαρχε». Ο Σολάρι απήντησε: «Σεβασμιώτατε πιστεύσετε ότι εξετέλεσα διαταγή της κυβερνήσεώς μου και ως στρατιωτικός ήμουν υποχρεωμένος να υπακούσω». Ακολούθησαν συνομιλίες για να μην επαναληφθεί ο κανονιοβολισμός και προκληθούν περισσότερα θύματα και δόθηκαν οδηγίες για να ταφούν οι νεκροί και να μεταφερθούν οι  τραυματίες στο νοσοκομείο. 

Αλλά και για τις επαφές του με τον ιταλό διοικητή του νησιού, το ναύαρχο Diego Simonetti, οι μαρτυρίες είναι συγκλονιστικές. Στο πρώτο τεύχος του Δελτίου της ΧΑΝ Κερκύρας που κυκλοφόρησε τον Μάιο του 1929 διαβάζουμε: «Απ’ όλα όμως εκείνο το οποίο θα μείνη αλησμόνητο, να μη εξαληφθή ποτέ, από τας Κερκυραϊκάς ψυχάς είναι η πατριωτική στάσις του Σεβαστού πατρός κατά την διάρκειαν της Ιταλικής κατοχής. Και η ιστορική απάντησις την οποίαν έδωσεν εις τον Ιταλόν διοικητήν της νήσου, ναύαρχον Simoneti, ότε προσεκλήθη παρ’ αυτώ την επομένην του βομβαρδισμού.

 

– «Χαίρω πάρα πολύ δια την γνωριμίαν σας» είπεν ο ναύαρχος.

– «Κι’ εγώ χαίρω πολύ, απήντησεν ο Ποιμενάρχης μας, τούτο όμως δεν με εμποδίζει να διαμαρτυρηθώ εντόνως δια τα χθεσινά κατορθώματα του στόλου σας. Ποια Κερκυραϊκή ψυχή δεν συγκινείται και δεν ενθουσιάζεται αναλογιζόμενη όλ’ αυτά;»

Δελτίο Χ.Α.Ν. Κερκύρας, τχ. 1 (01/05/1929). Αρχείο Επτανησιακού Τύπου Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας.

Το ενδιαφέρον του, πάντως, για τους πρόσφυγες δεν περιορίστηκε μόνο σε αυτό το τραγικό γεγονός. Καθημερινή ήταν η παρουσία του στα συσσίτια και στις διάφορες εκδηλώσεις, αλλά και οι οδηγίες του, προς τους ιερείς της Μητροπόλεως για την παροχή κάθε δυνατής αρωγής. Υπήρξε εξάλλου ιδιαίτερα αγαπητός στους πρόσφυγες.

«Εδώ θα πρέπει να αναφέρω πως οι δικοί μου πάντα μιλούσαν για την μεγάλη μορφή του τότε μητροπολίτη Κέρκυρας Αθηναγόρα, μετέπειτα Αμερικής και τέλος Πατριάρχη Κωνσταντινούπολης, που βρίσκονταν πάντα στήριγμα δίπλα στους πρόσφυγες, που τον έλεγαν “ο πατέρας μας”».
Ιωάννης (Γιάγκος) Καλαϊτζόγλου, απόγονος β΄ γενιάς, Κέρκυρα (Μεγαλοχώρι Σύλλης & Κυλινδρα Σελεύκειας), Κέρκυρα 2022,
Αρχείο Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας

Όπως σημειώνει ένας από τους μετέπειτα στενότερους συνεργάτες του, ο θεολόγος, συγγραφέας και καθηγητής Αριστείδης Πανώτης: «άλλη, όμως, τροπή έλαβε το προσφυγικό ζήτημα στην Κέρκυρα μετά την έναρξη μετακομιδής στη νήσο το φθινόπωρο του 1924 των εξ Κιλικίας «Ελληνορθοδόξων ομήρων». Δυτικά του ποταμού Ζαμάντη και του Αντιταύρου και νότια της Καισαρείας, όπου είναι  το Προκόπι, η Νίγδη (Λαοδίκεια) και τα Φάρασα και έχουν επίνεια  στην Ταρσό και την Μερσίνα που βρίσκονται απέναντι από την Κερύνεια της Κύπρου, οι Βρετανοί εμπόδισαν την εκεί προσφυγική ροή φοβούμενοι την ενίσχυση των ελληνογενών Κυπρίων». Πολλοί εξ αυτών μεταφέρονται στην Κέρκυρα, υπό τις πλέον δυσμενείς συνθήκες. Ο μητροπολίτης Αθηναγόρας καθημερινά δίνει οδηγίες και οργανώνει συσσίτια στους ενοριακούς ναούς της πόλεως και των χωριών του νησιού. «Και από τους ευεργετηθέντες με την διατροφή του έκανε εντύπωση μια ομάδα προσφύγων που πήγε στην Μητρόπολη  με επικεφαλής τον σεβάσμιο γέροντα ιερομόναχο Αρσένιο και πρόεδρό τους τον ιεροψάλτη, οι οποίοι έσπευσαν να τον ευχαριστήσουν για το ενδιαφέρον του. Ο Κερκύρας στα νιάτα του είχε υπηρετήσει στην πολυφυλετική Άνω Μακεδονία ως αρχιδιάκονος και εκπαιδευτικός και χαρακτηριζόταν για την ευπροσηγορία και την ευγένεια του προς τους επισκέπτες του, μάλιστα μου έλεγε πώς πολλοί από τότε επήγαιναν  για «να κοιταχτούν στα μάτια», και φαίνεται ότι από τότε τα μάτια του ενέπνεαν εμπιστοσύνη,  συναντίληψη  και συναναστροφή στους θεατές τους. Η σεμνή παρουσία του πνευματικού τους πατέρα γέροντα Αρσενίου μίλησε στην ψυχή του Αθηναγόρα που θέλησε να προσεγγίσει βαθύτερα  το θρησκευτικό και πατριωτικό σθένος αυτών των ακριτών από την Καππαδοκία. Έτσι η έλευση των Φαρασιωτών  τον Οκτώβριο του 1924 στην Κέρκυρα αποτελούσε κάτι ξεχωριστό γιατί αποτελούσαν σπάνιο δείγμα εκκλησιαστικής συγκροτήσεως ομογενών προσφύγων από το κέντρο της Μικρασιατικής γης. Ο γηραιός όμως π. Αρσένιος είχε ταλαιπωρηθεί μεγάλως κατά την μεταφοράν του από την Μιρσίνα  μέχρι τη Κέρκυρα και είχε προβλέψει ότι στην Ελλάδα θα ζήσει μόνον 40 ημέρες λόγω των κακουχιών που πέρασε στο ταξίδι της μεταναστεύσεως και ήταν κυριολεκτικά εύθραυστος. Στο τέλος Οκτωβρίου  ασθένησε και για  επιμελή  ιατρική περίθαλψη εισήχθηκε στο Νοσοκομείο  της Κέρκυρας  και απεβίωσε σε ηλικία 84 ετών στις 10 Νοεμβρίου 1924 και τάφηκε στο Δημοτικό Κοιμητήριο της Κέρκυρας».

 

Ο Αθηναγόρας δεν ξέχασε ποτέ τις ρίζες και τις σχέσεις του με την ιδιαίτερη πατρίδα του, το σημερινό Βασιλικό της Θεσπρωτίας, αλλά και την Κόνιτσα, πατρίδα την μητέρας του και ίσως σ’ αυτό να οφείλονται οι παρεμβάσεις και οι ενέργειές του για την μετεγκατάσταση πολλών προσφύγων στη γειτονική Ήπειρο. Το 1925 άρχισε το γενικό σχέδιο αποκαταστάσεως των προσφύγων σε οριστικούς τόπους εγκαταστάσεως και ο Αθηναγόρας, φαίνεται πως επικοινώνησε με τον μητροπολίτη Κονίτσης Βασίλειο Παπαχρήστου, ζητώντας του να φροντίσει για την εγκατάστασή στην Κόνιτσα των προσφύγων από τα Φάρασα. 

 

Η θητεία του Αθηναγόρα στην Κέρκυρα σημαδεύθηκε και από πολλά ακόμα σημαντικά γεγονότα. Σπουδαία υπήρξε η συμβολή του για την αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος επί  του Ιερού Προσκυνήματος του Αγίου Σπυρίδωνος και του σεπτού του λειψάνου, ενέργεια που θα ολοκληρώνονταν τελικώς το 1967. Στις 22 Μαΐου 1930 υποδέχθηκε στην Κέρκυρα τον Μητροπολίτη Παραμυθίας, Φιλιατών, Γηρομερίου και Πάργας Αθηναγόρα Ελευθερίου, όπου σε μία λαμπρή τελετή, παρουσία πολιτικών και στρατιωτικών αρχών, του παρέδωσε τα ιερά κειμήλια της Πάργας, τα οποία φυλάσσονταν στην Κέρκυρα από την εποχή της πώλησης της Πάργας από τους Άγγλους στον Αλή Πασά των Ιωαννίνων και τον εκπατρισμό των Παργίων στην Κέρκυρα, την Μεγάλη Παρασκευή της 15ης Απριλίου του 1819.

Ο Μητροπολίτης Κερκύρας με τον Γάλλο Πρόξενο Παναγιώτη Γιωτόπουλο. Αρχείο Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας.

Τον Ιούλιο του 1930 εκπροσώπησε την Εκκλησία της Ελλάδος στο Συνέδριο των Αγγλικανών στο Λάμπεθ και στις 13 Αυγούστου 1930 εξελέγη από την Ιερά Πατριαρχική Σύνοδο Αρχιεπίσκοπος Βορείου και Νοτίου Αμερικής.Το Οικουμενικό Πατριαρχείο αναγνωρίζοντας στο πρόσωπό του ένα χαρακτήρα που πετύχαινε, με υπομονή και μετριοπάθεια συμβιβασμούς, τον εξέλεξε στις 12 Αυγούστου 1930 Αρχιεπίσκοπο Αμερικής, με την ελπίδα να εξαλείψει τις διχόνοιες που είχε επιφέρει στην ομογένεια ο Εθνικός Διχασμός. Η θητεία του στις Η.Π.Α. υπήρξε ιδιαιτέρως παραγωγική και οι προσωπικές σχέσεις που ανέπτυξε με τους Προέδρους Ρούζβελτ και Τρούμαν απεδείχθησαν πολλές φορές σωτήριες τόσο για τα ελληνικά εθνικά ζητήματα, όσο και για αυτά της Ορθοδόξου Εκκλησίας. 

 

Μέσα από μία σειρά παρασκηνιακών δραστηριοτήτων και μέσα σε ένα κλίμα ιδιαίτερα ασταθές, η Ενδημούσα Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, εξέλεξε τον Αθηναγόρα, την 1η Νοεμβρίου 1948, Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και Νέας Ρώμης, εγκαινιάζοντας μία σημαντική περίοδο για τον Οικουμενικό Θρόνο και τις σχέσεις του με τον υπόλοιπο κόσμο και τις ετερόδοξες εκκλησίες. Η ενίσχυση της εσωτερικής ιεραποστολής, η αναδιοργάνωση της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, η σύσφιξη των σχέσεων με τα Πατριαρχεία και τις αυτοκέφαλες Εκκλησίες της Ανατολής, η οργάνωση των ορθοδόξων παροικιών του εξωτερικού, η ίδρυση του Πατριαρχικού Ιδρύματος Πατερικών Μελετών στη Μονή Βλατάδων στη Θεσσαλονίκη, του Ορθοδόξου Κέντρου στο Σαμπεζί στη Γενεύη και της Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης, αποτελούν μερικές ακόμα πτυχές του ποιμαντικού του έργου. Μελανό σημείο της πορείας του υπήρξαν τα Σεπτεμβριανά του 1955, όταν ο υποκινούμενος τουρκικός όχλος προέβη σε εκτεταμένες καταστροφές εκκλησιών, σχολείων, οικιών και καταστημάτων της ελληνικής παροικίας, εξωθώντας ένα μεγάλο της μέρος να εγκαταλείψει οριστικά τις εστίες του.

Επιστολή του Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα προς τον Λευκιμμιώτη ιατρό Δημήτριο Γκούση (10/12/1948). Αρχείο οικογένειας Α. Δ. Γκούση.

Τον Ιούνιο και τον Ιούλιο του 1963 ο Αθηναγόρας περιόδευσε στο Άγιο Όρος, με την ευκαιρία των πανηγυρισμών για τα χίλια χρόνια από την ίδρυση της Αθωνικής Πολιτείας. Από εκεί μετέβη στο Φάληρο, εκκινώντας μία μεγάλη περιοδεία στην Αθήνα, στη Ρόδο, στην Κάρπαθο, στην Κρήτη, σε περιοχές της Μακεδονίας, στην Ήπειρο και στη γενέτειρά του, το Βασιλικό Πωγωνίου, αλλά και στην Κέρκυρα, όπου έγινε με πανηγυρική επισημότητα δεκτός από τη Βασιλική Οικογένεια της Ελλάδος στο ανάκτορο του Μον Ρεπό, από εκπροσώπους της Πολιτείας, του Δήμου, της Εκκλησίας και από εκατοντάδες κερκυραίους που ξεχύθηκαν στους δρόμους για να υποδεχθούν το δικό τους Πατριάρχη.

Επίσκεψη του Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα στο Δημαρχείο Κερκύρας. Διακρίνονται οι Δήμαρχοι Κόλλας και Ζαφειρόπουλος, οι Μητροπολίτες Κερκύρας και Ρόδου, καθώς και ο Καθολικός Αρχιεπίσκοπος. Ιδιωτικό Αρχείο Σπύρου Γαούτση.

Μία από τις σημαντικότερες συνεισφορές του κατά τη διάρκεια της Πατριαρχίας του, υπήρξε η ενεργός συμμετοχή του στον Οικουμενικό Διάλογο, σε συνεργασία με δύο Πριμάτους της Καθολικής Εκκλησίας, τον Πάπα Ιωάννη 23ο και κυρίως τον Πάπα Παύλο τον 6ο τον οποίον πρωτοσυνάντησε στις 5 Ιανουαρίου 1964, στο Όρος των Ελαιών στην Ιερουσαλήμ, εγκαινιάζοντας μία σειρά ιστορικών συναντήσεων που οδήγησαν στη σύσταση μία επιτροπής για την προώθηση του διαλόγου ανάμεσα στις δύο χριστιανικές εκκλησίες, που παρά τα προβλήματα και τις δυστοκίες, συνεχίζεται έως σήμερα. Αποτέλεσμα των συναντήσεων αυτών υπήρξε η άρση των λεγόμενων αναθεμάτων που είχαν οδηγήσει το 1054 στο οριστικό Σχίσμα μεταξύ των Εκκλησιών Δύσης και Ανατολής, αλλά και η εκκίνηση της πορείας προς την γνωριμία, την εξάλειψη των προκαταλήψεων και την ενότητα. 

Στις 28 Ιουνίου 1972 ο Πατριάρχης Αθηναγόρας υπέστη σοβαρό κάταγμα μηρού. Αν και οι θεράποντες ιατροί του συνέστησαν να μεταβεί στην Βιέννη, εκείνος αρνήθηκε. Η υγεία του παρουσίασε επιπλοκές και τελικά πέθανε στις 7 Ιουλίου 1972 και κηδεύτηκε στην Κωνσταντινούπολη.

Απαγορεύεται ρητά η οποιαδήποτε χρήση, αναπαραγωγή, αναδημοσίευση, αντιγραφή, αποθήκευση, πώληση, μετάδοση, διανομή, έκδοση, εκτέλεση, φόρτωση (download), μετάφραση, τροποποίηση με οποιονδήποτε τρόπο, τμηματικά ή περιληπτικά του περιεχομένου της ψηφιακής έκθεσης «Από την Ιωνία στο Ιόνιο», χωρίς την προηγούμενη έγγραφη άδεια της Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας.

To keep connected with us please login with your personal info.

New membership are not allowed.

Enter your personal details and start journey with us.

error: Content is protected !!
elΕλληνικά